ποταμέ

ποταμέ
ποταμός
river
masc voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ποτάμ' — ποταμέ , ποταμός river masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποταμός — Στη φυσική γεωγραφία είναι υδάτινο ρεύμα, που χαρακτηρίζεται από μία σχετική συνέχεια και σταθερότητα τροφοδοσίας και με τομή κοίτης, γενικά, αρκετά ομαλή. Συνήθως αντιδιαστέλλεται από τον χείμαρρο, που έχει πιο ανώμαλους και απότομους… …   Dictionary of Greek

  • Βαγιαδολίδ — (Valladolid). Πόλη (319.129 κάτ. το 2000) της βόρειας Ισπανίας, στο γεωγραφικό διαμέρισμα Καστίλης και Λεόν. Είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του Πισουέργκα, στη συμβολή του με τον Εσγκέβα, στο σημείο όπου συναντιούνται οι αυτοκινητόδρομοι και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”